Μπουμ! Η βόμβα έσκασε εν μέσω πανδημίας. Το υπουργείο παιδείας επιλέγει αυτή την χρονική περίοδο, οπού όλοι έχουν στραμμένη την προσοχή τους αλλού, να δημοσιοποιήσει τις προθέσεις του για την κατάρτιση ενός νέου πολυνομοσχεδίου για την εκπαίδευση, που αφορά και καλύπτει όλες τις βαθμίδες. Δεν χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια για να διαπιστώσει κάνεις πως το νέο αυτό πολυνομοσχέδιο είναι βαθύτατα συντηρητικό και προωθεί στον ευαίσθητο χώρο της εκπαίδευσης, το νεοφιλελεύθερο δόγμα της κυβέρνησης, που επιχειρεί να εδραιώσει σε κάθε θεσμό του κράτους.
Ο παραπάνω ισχυρισμός μπορεί εύκολα να αποδειχθεί, εάν δούμε σημείο προς σημείο, τι ακριβώς περιλαμβάνει αυτό το πολυνομοσχέδιο. Το νομοσχέδιο αυτό εστιάζει περισσότερο στο Λύκειο. Βλέπουμε πως επαναφέρονται και πάλι οι συντελεστές βαρύτητας στα εξεταζόμενα μαθήματα. Επαναφέρεται και πάλι η βάση του “10”. Μειώνονται οι ώρες στα μαθήματα κατεύθυνσης, αφού αυξάνονται και πάλι τα υποχρεωτικά μαθήματα γενικής παιδείας. Επαναφέρεται και πάλι η Τράπεζα Θεμάτων. Το σημαντικότερο ωστόσο σημείο είναι αυτό που αφορά την αξιολόγηση ολόκληρων σχολικών μονάδων. Με ποιον τρόπο θα γίνει αυτό; Μέσα από την αξιολόγηση των καθηγητών αλλά και τις επιδόσεις των μαθητών κάθε σχολικής μονάδας ξεχωριστά, κατηγοριοποιώντας με αυτόν τον τρόπο τα σχολειά σε πρώτη και δεύτερη κατηγορία, σε σχολειά αρίστων και σε σχολειά πλέμπας. Θα ήταν λάθος ωστόσο να μην αναφερθούμε και στους αναπληρωτές καθηγητές που για ακόμη μια φορά τιμωρούνται, αυτή την φορά με την κυριολεκτική έννοια της λέξης, αφού θα αποκλείονται από 2 έως 3 έτη, εάν δεν αναλάβουν υπηρεσία σε οποιοδήποτε μέρος της ελληνικής επικράτειας τους ζητηθεί και σε οποιοδήποτε χρόνο μέσα στην σχολική χρονιά.
Όλες οι παραπάνω προτάσεις που έρχονται να ακυρώσουν και να καταργήσουν, οποία προοδευτική μεταρρύθμιση επιχειρήθηκε το προηγούμενο διάστημα δεν είναι τυχαίες καθώς κάνεις δεν μπορεί να αρνηθεί πως είναι ιδεολογικά – ταξικά φορτισμένες. Μέσα από αυτές τις προτάσεις αλλά και το επαίσχυντο όριο εγγραφής (17 έτη) στα Επαγγελματικά Λύκεια, φανερώνονται το πώς βλέπει ένας νεοφιλελεύθερος τον ευαίσθητο χώρο της παιδείας.
Δεν είναι τυχαία η ρήση που είπε κάποτε ο Βενιαμίν Φραγκλίνος, ότι μια επένδυση στην παιδεία, αποδίδει κάποτε τον καλύτερο τόκο. Κάπως έτσι αντιλαμβάνεται η σημερινή κυβέρνηση την εκπαίδευση, (παραφράζοντας κάπως το νόημα της ρήσης αυτής) ως έναν χώρο επένδυση, προσδοκώντας κάποτε το άμεσο δυνατό κέρδος. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο η κυβέρνηση επιλέγει την εντατικοποίηση, ενίσχυση και καθιέρωση ενός εξεταστικό – κεντρικού συστήματος, ακυρώνοντας στην πράξη οποία εκπαιδευτική διαδικασία, προσδοκώντας στην όσο το δυνατόν λιγότερη μόρφωση των μαθητών, δημιουργώντας άβουλες μάζες, χωρίς ίχνος κριτικής σκέψης. Τι θα έχει ως αποτέλεσμα αυτό; Όπως εύκολα μπορεί να αντιληφθεί κάνεις και ο πλέον ανυποψίαστος, αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα τον έλεγχο και την χειραγώγηση αυτού του (προϊόντος) που θα παράγουν τα σχολειά.
Σε καμιά ωστόσο περίπτωση δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς, ότι πριν όλα έβαιναν καλώς και πως η εκπαίδευση εκπλήρωνε τον βασικό της στόχο, να δημιουργεί δηλαδή ολοκληρωμένες και ανεξάρτητες προσωπικότητες. Όχι. Τα προβλήματα της εκπαίδευσης είναι χρόνια. Είναι επιτακτική η ανάγκη, να σηματοδοτήσουμε μια ολική επανανοηματοδότηση της δημόσιας παιδεία, θέτοντας στο επίκεντρο τον άνθρωπο αλλά κι το διαρκές αίτημα για επίτευξη της δια βίου μάθησης, δημιουργώντας ένα νέο όραμα, σηματοδοτώντας την αρχή μιας νέας εποχής αρχίζοντας από βασικά ερωτήματα όπως: Τι ποιότητας παιδεία θέλουμε, βάσει ποιων στόχων θα κινείται; Τι είδους πολίτες αλλά και κοινωνία επιθυμούμε; Αυτά τα βασικά ερωτήματα είναι καίρια και χρήζουν απάντησης, συλλογικά από όσους προβληματίζονται με την σημερινή κατάσταση αλλά και τις χθεσινές εξαγγελίες του Υπουργείου παιδείας.
Ποτέ δεν πρέπει να ξεχνάμε πως θεμέλιο κάθε πολιτείας είναι η ανατροφή των νέων. Επομένως μόνο αν γλιτώσει το παιδί υπάρχει ελπίδα!
Γεννήθηκα στην Αθήνα τον Απρίλιο του 2000 και μεγάλωσα στον Ωρωπό Αττικής. Αποφοίτησα από το Γενικό Λύκειο Ωρωπού ”Μίκης Θεοδωράκης”
Σπουδάζω στην Σχολή Κοινωνικών Επιστημών, στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης από το 2018.
Από την εφηβική μου ηλικία αναγνώρισα την ανάγκη υγιούς πολιτικοποίησης και αυτό τον δρόμο επέλεξα, αναγνωρίζοντας την αξία της πολιτικής αλλά και την αναγκαιότητα πολιτικοποίησης των νέων, μέσω ενός ισχυρού όπλου της ορθής αμερόληπτης ενημέρωσης.